Skip to main content
Shaping Europe’s digital future
News article | Δημοσίευση

Η Επιτροπή περατώνει τη διεξοδική έρευνά της σχετικά με τον προτεινόμενο τσεχικό κανονισμό για την αγορά πρόσβασης σε κινητές συσκευές

Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε απόφαση με την οποία ζητεί από την τσεχική ρυθμιστική αρχή, την CTU, να αποσύρει το σχέδιο απόφασής της, προτείνοντας μέτρο για την επιβολή χονδρικής πρόσβασης τρίτων σε δίκτυα κινητής τηλεφωνίας στην Τσεχία.

Η χονδρική αγορά κινητής πρόσβασης θεωρείται «μη επιδεκτική εκ των προτέρων ρύθμισης σε επίπεδο ΕΕ» (κατ’ αρχήν απαιτεί μέτρα πρόσβασης) από το 2007 και δεν ρυθμίζεται με τον τρόπο αυτό πουθενά στην Ευρώπη. Η απόφαση της Επιτροπής σημαίνει ότι η CTU δεν μπορεί να εγκρίνει το σχέδιο μέτρου της, όπως κοινοποιήθηκε.

Στις 20 Νοεμβρίου 2021 η τσεχική εθνική ρυθμιστική αρχή (CTU) κοινοποίησε στην Επιτροπή το σχέδιο μέτρου που προτείνει τη ρύθμιση της αγοράς πρόσβασης σε κινητές συσκευές στην Τσεχία. Στις 20 Δεκεμβρίου 2021, η Επιτροπή ενημέρωσε τη CTU ότι είχε σοβαρές αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητα του σχεδίου μέτρου με το δίκαιο της ΕΕ και κίνησε διεξοδική έρευνα. Στις 24 Ιανουαρίου 2022 ο Φορέας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) εξέδωσε τη γνώμη του σχετικά με τις σοβαρές αμφιβολίες της Επιτροπής, υποστηρίζοντας εν μέρει τα αρχικά πορίσματα της Επιτροπής. Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε την τελική της απόφαση με την οποία περατώνει τη διεξοδική έρευνα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από τη CTU να αποσύρει το σχέδιο μέτρου που προτείνει τη ρύθμιση της χονδρικής αγοράς κινητής πρόσβασης.

Η χονδρική πρόσβαση σε κινητές συσκευές αγοράζεται από φορείς εκμετάλλευσης κινητών επικοινωνιών που δεν διαθέτουν δική τους ή επαρκώς ανεπτυγμένη υποδομή. Οι εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης εικονικών δικτύων κινητών επικοινωνιών (MVNO) είναι σε θέση να παρέχουν τις υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας στους τελικούς χρήστες βασιζόμενοι σε δίκτυα που ανήκουν και τελούν υπό τη διαχείριση φορέων εκμετάλλευσης δικτύων κινητών επικοινωνιών (MNO). Αυτές οι λεγόμενες εθνικές συμφωνίες περιαγωγής συνάπτονται συνήθως μέσω εμπορικών διαπραγματεύσεων. Ωστόσο, ελλείψει εμπορικής συμφωνίας, η πρόσβαση μπορεί να επιβληθεί υπό αυστηρά περιγραφόμενους όρους από ρυθμιστική αρχή (ή αρχή ανταγωνισμού) ως προϋπόθεση για τη χορήγηση αδειών ραδιοφάσματος, στο πλαίσιο διορθωτικών μέτρων για συγκεντρώσεις, ή για τη διασφάλιση του ανταγωνισμού σε περίπτωση αποδεδειγμένης δεσπόζουσας θέσης στην αγορά.

Στο κοινοποιηθέν σχέδιο μέτρου, η CTU αναφέρθηκε στο γεγονός ότι οι τιμές λιανικής για την κινητή τηλεφωνία είναι ιδιαίτερα υψηλές στην Τσεχία. Σύμφωνα με τη CTU, οι φορείς εκμετάλλευσης εικονικών κινητών επικοινωνιών δεν είναι σε θέση να προσφέρουν ανταγωνιστικές υπηρεσίες λόγω εικαζόμενων δυσμενών συνθηκών χονδρικής πρόσβασης. Ως εκ τούτου, η CTU πρότεινε να οριστούν οι τρεις μεγαλύτεροι φορείς εκμετάλλευσης κινητών επικοινωνιών (δηλαδή οι O2, T-Mobile και Vodafone) ως έχοντες από κοινού σημαντική ισχύ στην αγορά («ΣΙΑ») και, κατά συνέπεια, πρότεινε να υποχρεωθούν οι εν λόγω τρεις φορείς εκμετάλλευσης να παρέχουν εθνική περιαγωγή σε όλους τους φορείς εκμετάλλευσης.

Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου της CTU δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένο, δεδομένου ότι δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη τις τρέχουσες και τις πιθανές βραχυπρόθεσμες έως μεσοπρόθεσμες εξελίξεις της αγοράς.

Σύμφωνα με τους όρους δημοπρασίας 2020 5G, η O2 είναι ήδη υποχρεωμένη να παρέχει εθνική περιαγωγή στους τρεις κατόχους φάσματος 5G, δηλαδή CentroNet, Nordic Telecom και PODA. Αυτή η υποχρέωση παροχής πρόσβασης στο ραδιοφάσμα της O2 βασίζεται σε όρους προσανατολισμένους στο κόστος και ισχύει έως το 2029. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι προς το συμφέρον των αιτούντων πρόσβαση να εισέλθουν το συντομότερο δυνατόν προκειμένου να ανακτήσουν τα έξοδά τους και να επωφεληθούν από τον παρόντα κανονισμό για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αυτό θα επέτρεπε στους εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης να ανταγωνιστούν αποτελεσματικά τους τρεις ΦΚΔ σε επίπεδο λιανικής. Επιπλέον, σε περίπτωση που η O2 αρνηθεί ή καθυστερήσει την παροχή πρόσβασης για αδικαιολόγητους λόγους, η CTU διαθέτει τα αναγκαία νομικά μέσα για την επιβολή αυτού του ήδη υφιστάμενου κανονισμού. Επιπλέον, η O2 δεν μπορεί να απαγορεύσει στους τρεις νεοεισερχόμενους να μεταπωλήσουν περαιτέρω την πρόσβαση αυτή σε εικονικούς φορείς εκμετάλλευσης.

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιβολή των ήδη υφιστάμενων κανονιστικών υποχρεώσεων που επιβάλλονται στο πλαίσιο των όρων του ραδιοφάσματος θα πρέπει να συμβάλει στην επίτευξη θετικών αλλαγών στη λιανική αγορά κινητών επικοινωνιών στην Τσεχία. Η είσοδος στην αγορά νέων φορέων εκμετάλλευσης κινητών επικοινωνιών (CentroNet, Nordic, PODA), με βάση τη χρήση της υποχρέωσης εθνικής περιαγωγής που επιβάλλεται στην O2 και/ή μέσω της ανάπτυξης των δικών τους δικτύων στο εγγύς μέλλον, έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ανταγωνιστική πίεση στην αγορά λιανικής και χονδρικής. Η Επιτροπή αντιλαμβάνεται, όπως έχει ήδη διατυπωθεί στην επιστολή σοβαρών αμφιβολιών, ότι στην περίπτωση δύο νεοεισερχόμενων (Nordic Telecom και PODA), είτε έχουν ήδη φθάσει τα κατώτατα όρια των σταθμών βάσης είτε βρίσκονται κοντά σε αυτά. Η εκτίμηση της Επιτροπής ως προς τη συγκεκριμένη αυτή πτυχή συμβαδίζει με την εκτίμηση του BEREC, ο οποίος δημοσίευσε τη δική του γνώμη επί της υποθέσεως.

Η CTU προτείνει να επιβληθεί ένα πλήρες σύνολο εκ των προτέρων υποχρεώσεων με βάση τη διαπίστωση κοινής δεσπόζουσας θέσης μεταξύ των τριών κύριων ΦΚΔ που δραστηριοποιούνται στην τσεχική αγορά. Ωστόσο, σύμφωνα με τις αρχές του δικαίου του ανταγωνισμού και της νομολογίας, η διαπίστωση κοινής δεσπόζουσας θέσης προϋποθέτει ότι πληρούνται ορισμένα αυστηρά κριτήρια, μεταξύ άλλων ότι η αγορά είναι συμμετρική και διαφανής για τα μέλη του ολιγοπωλίου, ότι και οι τρεις φορείς ασκούν de facto κοινή πολιτική και ότι μπορούν να αντιδράσουν εάν ένας από αυτούς παρεκκλίνει από την κοινή πολιτική.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι στην Τσεχία δεν πληρούνται τα εν λόγω κριτήρια για κοινή δεσπόζουσα θέση.  Όταν οι φορείς εκμετάλλευσης εφαρμόζουν διαφορετικές στρατηγικές τιμολόγησης και όταν ένας φορέας εκμετάλλευσης (O2) πρέπει να συμμορφώνεται με αυστηρούς κανονισμούς πρόσβασης, η αγορά δεν μπορεί να θεωρηθεί συμμετρική και διαφανής. Επιπλέον, τα διαφορετικά μερίδια αγοράς (σε επίπεδο χονδρικής) και η διαφορετική διάρθρωση του κόστους των τριών κύριων φορέων εκμετάλλευσης (ιδίως για τη Vodafone, η οποία, ενώ δραστηριοποιείται στην αγορά χονδρικής, δεν αποτελεί μέρος της συμφωνίας για την κοινή χρήση δικτύου μεταξύ της T-Mobile και της O2/CETIN) ενδέχεται να υπογραμμίσουν περαιτέρω αυτή την ασυμμετρία.

Η Επιτροπή παρατηρεί επίσης ότι, με την πάροδο του χρόνου, οι μειώσεις των τιμών λιανικής, που συνήθως δρομολογούνται από έναν φορέα εκμετάλλευσης, ακολουθούνται από άλλους και οδηγούν σε μείωση του συνολικού επιπέδου των τιμών λιανικής στην αγορά. Εάν οι μειώσεις των τιμών είχαν χαρακτήρα αντιποίνων και οι τρεις φορείς ήταν σε θέση να ενεργήσουν ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές και τους πελάτες τους, οι τιμές θα είχαν επανέλθει, κοντά στα προηγούμενα επίπεδα, μετά από μια περίοδο αντιποίνων.

Συνολικά, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η δομή της τσεχικής αγοράς δεν στηρίζει τα συμπεράσματα της CTU σχετικά με τη συλλογική σημαντική ισχύ στην αγορά. Αντιθέτως, στην τσεχική αγορά υπάρχουν ήδη ευνοϊκές συνθήκες για την είσοδο στην αγορά ενός νέου φορέα εκμετάλλευσης κινητών επικοινωνιών, οι οποίοι θα μπορούσαν να εξελιχθούν από ΦΕιΚΔ σε ΦΚΔ (με βάση την εθνική περιαγωγή που παρέχεται από την O2 με όρους προσανατολισμένους στο κόστος ή ως συνέπεια των κεκτημένων δικαιωμάτων ραδιοφάσματος). Οι εν λόγω νεοεισερχόμενοι φορείς θα μπορούσαν επίσης να προσφέρουν οι ίδιοι πρόσβαση ΦΕιΚΔ και μπορεί να αναμένεται ότι θα δημιουργήσουν πρόσθετη ανταγωνιστική πίεση τόσο σε επίπεδο λιανικής όσο και σε επίπεδο χονδρικής προς όφελος των Τσέχων καταναλωτών.

 

Η απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την υπόθεση αυτή είναι διαθέσιμη στο διαδίκτυο στο CIRCABC.